5 Ποιες είναι οι συνέπειες ενός διαζυγίου/χωρισμού;
5.1. Με ποιον τρόπο διαχωρίζεται η περιουσία (εμπράγματα δικαιώματα σε ακίνητα);
Στην περίπτωση διαζυγίου, το καθεστώς ρύθμισης των περιουσιακών σχέσεων των συζύγων λύεται από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης διαζυγίου, πλην εάν οι σύζυγοι αιτήθηκαν από το δικαστήριο ή την αρχή έκδοσης της απόφασης διαζυγίου να ορίσει ως ημερομηνία λύσης του εν λόγω καθεστώτος ρύθμισης των περιουσιακών σχέσεών τους την ημερομηνία του de facto χωρισμού τους (άρθρο 385 του Αστικού Κώδικα). Στην περίπτωση αυτή, η κοινή περιουσία διανέμεται σύμφωνα με τη συμφωνία των συζύγων ή, εάν δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία, από το δικαστήριο. Η διανομή μπορεί να γίνει είτε με δικαστική απόφαση είτε με συμβολαιογραφικό έγγραφο (άρθρο 320 του Αστικού Κώδικα). Στην περίπτωση νόμιμου ή συμβατικού συστήματος κοινοκτημοσύνης, η εν λόγω κοινή περιουσία διανέμεται ως ακολούθως: έκαστος από τους συζύγους λαμβάνει την προσωπική περιουσία του, η κοινή περιουσία διανέμεται μεταξύ των συζύγων και οι υποχρεώσεις κατανέμονται. Το μερίδιο που δικαιούται έκαστος σύζυγος προσδιορίζεται βάσει της συμβολής του στην απόκτηση της κοινής περιουσίας και την εκπλήρωση των κοινών υποχρεώσεων (άρθρο 357 του Αστικού Κώδικα). Η εργασία, που παρέσχε έκαστος σύζυγος στον κοινό οίκο και για την ανατροφή των τέκνων θεωρείται ως συμβολή στην κάλυψη των οικογενειακών δαπανών (άρθρο 326 του Αστικού Κώδικα).
5.2. Ποιος είναι υπεύθυνος για τα υπάρχοντα χρέη μετά το διαζύγιο/χωρισμό;
Στο πλαίσιο διαζυγίου, οι υποχρεώσεις κατανέμονται κατά τα συμφωνηθέντα από τους συζύγους. Διαφορετικά, οι υποχρεώσεις κατανέμονται από το δικαστήριο.
5.3. Πρέπει ο ένας σύζυγος να εγείρει αξίωση για αντισταθμιστική πληρωμή;
Εάν στο πλαίσιο της διανομής της κοινής περιουσίας τα περιουσιακά στοιχεία που διατέθηκαν σε ορισμένο σύζυγο υπερβαίνουν σε αξία αυτήν την οποία δικαιούταν λαμβανομένης υπόψη της συμβολής του στην απόκτηση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, ο άλλος σύζυγος δικαιούται να λάβει αντιστάθμιση υπό τη μορφή χρηματική καταβολής. Πέραν τούτου, ο σύζυγος που δεν βαρύνεται με υπαιτιότητα αναφορικά με το διαζύγιο και που υφίσταται βλάβη λόγω της λύσης του γάμου δύναται να αξιώσει αποζημίωση από τον άλλο σύζυγο. Εάν το διαζύγιο επιφέρει σημαντική επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης του ενάγοντος συζύγου, ο γάμος διήρκεσε για τουλάχιστον 20 έτη και το δικαστήριο εκδόθηκε για αποκλειστική υπαιτιότητα του εναγόμενου συζύγου, ο ενάγων σύζυγος δικαιούται ακόμη υψηλότερη αποζημίωση (άρθρα 388 και 390 του Αστικού Κώδικα).