8 Τι προβλέπει ο νόμος για τις περιουσιακές σχέσεις καταχωρημένων και μη καταχωρημένων συντρόφων;
Οι διατάξεις σχετικά με τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά στις σχέσεις καταχωρισμένης συμβίωσης (οι οποίες μπορούν να συναφθούν μόνο μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου) [άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχεία a)-c), του νόμου XXIX του 2009 για τις σχέσεις καταχωρισμένης συμβίωσης και συναφή νομοθεσία, και για την τροποποίηση λοιπών διατάξεων για τη διευκόλυνση της απόδειξης της συμβίωσης].
Από την 1η Ιανουαρίου 2010 και εφεξής, τα ζευγάρια του ίδιου φύλου και τα ζευγάρια διαφορετικού φύλου δικαιούνται εξίσου να ζητήσουν την καταχώριση της σχέσης συμβίωσής τους από συμβολαιογράφο αστικού δικαίου. Η εν λόγω καταχώριση πρέπει να διακρίνεται από την καταχώριση που περιγράφεται στην πρώτη παράγραφο. Η προκείμενη δεν δημιουργεί νέα δικαιώματα ή υποχρεώσεις, αλλά απλώς διευκολύνει την απόδειξη της ύπαρξης της σχέσης συμβίωσης (άρθρα 36/E-36/G του νόμου XLV του 2008 περί ορισμένων εκτός ενδίκου πλαισίου συμβολαιογραφικών διαδικασιών).
Από τις 15 Μαρτίου 2014, οι σύντροφοι μπορούν να ρυθμίζουν τις περιουσιακές σχέσεις τους μέσω συμφώνου για τη διάρκεια της συμβίωσής τους. Το σύμφωνο είναι έγκυρο εφόσον περιληφθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο ή έχει τη μορφή ιδιωτικού εγγράφου που προσυπογράφεται από δικηγόρο. Το σύμφωνο συμβίωσης μπορεί να περιέχει οποιαδήποτε διάταξη σχετική με τα περιουσιακά δικαιώματα η οποία μπορεί να εφαρμόζεται επίσης σε έγγαμα ζευγάρια στο πλαίσιο γαμικού συμφώνου ή σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα.
Το σύμφωνο συμβίωσης ισχύει έναντι τρίτων εάν καταχωριστεί στο εθνικό μητρώο συμφώνων συμβίωσης ή εάν οι σύντροφοι μπορούν να αποδείξουν ότι ο τρίτος γνώριζε, ή όφειλε να γνωρίζει, την ύπαρξη του εν λόγω συμφώνου, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου του. Οι διατάξεις που αφορούν την καταχώριση γαμικών συμφώνων ισχύουν επίσης αναλογικά για την καταχώριση συμφώνων συμβίωσης.
(Άρθρο 6:515 του Αστικού Κώδικα)
Εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στο σύμφωνο συμβίωσης, οι σύντροφοι αποκτούν κατά τη διάρκεια της συμβίωσης περιουσιακά στοιχεία ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο. Εάν η συμβίωση λήξει, κάθε σύντροφος μπορεί να ζητήσει τη διανομή της περιουσίας που απέκτησαν από κοινού κατά τη διάρκεια της συμβίωσης. Κάθε περιουσιακό στοιχείο το οποίο θεωρείται ατομική ιδιοκτησία σε περίπτωση γάμου δεν μπορεί να θεωρηθεί περιουσία αποκτηθείσα από κοινού.
Οι σύντροφοι δικαιούνται μερίδιο σε είδος από την από κοινού αποκτηθείσα περιουσία, αναλογικά προς τη συμβολή τους. Η εργασία που σχετίζεται με το νοικοκυριό, την ανατροφή των παιδιών καθώς και την επιχείρηση του άλλου συντρόφου θεωρείται ότι συμβάλλει στην απόκτηση της περιουσίας. Εάν το ποσοστό της συμβολής δεν μπορεί να καθοριστεί, θεωρείται ίσο για τους δύο συντρόφους, εκτός εάν κάτι τέτοιο συνιστά άδικη οικονομική ζημία για οποιονδήποτε εκ των συντρόφων.
Εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στον Αστικό Κώδικα, οι διατάξεις σχετικά με το καθεστώς αναβαλλόμενης κοινοκτημοσύνης εφαρμόζονται αναλογικά σε ό,τι αφορά την προστασία του μεριδίου ενός συντρόφου στην από κοινού αποκτηθείσα περιουσία και στη διανομή της από κοινού αποκτηθείσας περιουσίας μεταξύ των συντρόφων.
(Άρθρο 6:516 του Αστικού Κώδικα)
Πριν από την έναρξη και κατά τη διάρκεια της συμβίωσης, οι σύντροφοι μπορούν να συνάψουν συμφωνία σχετικά με τη μελλοντική χρήση της κοινής κατοικίας τους μετά τη λήξη της συμβίωσής τους. Η συμφωνία είναι έγκυρη εφόσον περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο ή έχει τη μορφή ιδιωτικού εγγράφου που προσυπογράφεται από δικηγόρο.
(Άρθρο 6:517 του Αστικού Κώδικα)